Αρχική ΔΕΛΤΙΑ ΤΥΠΟΥ

Απάντηση σε δημοσιεύματα για κόστος εκπομπής “Επι_μένουμε Ελλάδα”

Σχετικά με δημοσιεύματα εφημερίδων και αναρτήσεις ιστοσελίδων, που αφορούν στις αμοιβές των συντελεστών της εκπομπής «Επι_μένουμε Ελλάδα», η διοίκηση της ΝΕΡΙΤ επισημαίνει τα ακόλουθα:

1. Οι συντελεστές της εκπομπής έχουν υπογράψει με τη ΝΕΡΙΤ σύμβαση μίσθωσης έργου και όχι ορισμένου χρόνου, όπως λανθασμένα αναφέρεται σε πολλά δημοσιεύματα. Ως εκ τούτου, οι εγκεκριμένες από το ΔΣ της ΝΕΡΙΤ αμοιβές τους αφορούν στην υλοποίηση 62 συνολικά επεισοδίων της εκπομπής, περιεχόμενο που καλύπτει το πρόγραμμα της ΝΕΡΙΤ για περίοδο περίπου τριών μηνών. Συνεπώς, οι απόπειρες υπολογισμού των μηνιαίων αμοιβών που επιχειρήθηκαν από τους συντάκτες των δημοσιευμάτων, κάθε άλλο παρά ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

2. Για τον καθορισμό της συνολικής αμοιβής κάθε συντελεστή χρησιμοποιήθηκε ως βάση υπολογισμού η αμοιβή των απασχολούμενων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως καθορίζεται από την κείμενη νομοθεσία (Ενιαίο Μισθολόγιο).

3. Στις εγκεκριμένες αμοιβές των συνεργατών της εκπομπής συγκαταλέγονται κάθε είδους δαπάνες, συμπεριλαμβανομένων των φόρων (και των συναφών εξόδων, όπως το τέλος επιτηδεύματος), καθώς και των ασφαλιστικών εισφορών των συνεργατών. Δυστυχώς, παρότι ο συγκεκριμένος όρος αναφέρεται ρητώς στη σχετική απόφαση του ΔΣ της ΝΕΡΙΤ που δημοσιεύθηκε στη Διαύγεια, τα περισσότερα δημοσιεύματα συνεχίζουν να κάνουν λόγο για υποτιθέμενες υπερβάσεις στο κόστος της εκπομπής, χωρίς να αξιοποιούν τα αληθή στοιχεία.

4. Βάσει των ανωτέρω, είναι προφανές ότι οι όποιες συγκρίσεις με το κόστος της ανάλογης εκπομπής που μεταδιδόταν από την πρώην ΕΡΤ, είναι εξαιρετικά παρακινδυνευμένες. Είναι μάλιστα απορίας άξιον, ότι όσοι στηρίζονται σε «μαρτυρίες» παλαιών εργαζομένων στην εκπομπή, δεν λαμβάνουν καν υπόψη ότι οι συνεργάτες αυτοί συνδέονταν με την καταργηθείσα ΕΡΤ με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, παραβλέποντας έτσι το γεγονός ότι η εταιρεία επιβαρυνόταν και με την καταβολή των ασφαλιστικών τους εισφορών.

Στόχος της διοίκησης της ΝΕΡΙΤ είναι να προσφέρει στον Έλληνα πολίτη – που τη χρηματοδοτεί μέσω του ανταποδοτικού τέλους – περιεχόμενο υψηλών προδιαγραφών με το μικρότερο δυνατό κόστος. Σε αυτήν την αρχή παραμένουμε πιστοί, παρά τα όσα περί του αντιθέτου γράφονται και λέγονται.